English

Τι είναι το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel?

Το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel είναι μια επιθετική μορφή καρκίνου του δέρματος, που συνήθως εμφανίζεται ως οζίδιο με χρώμα παρόμοιο του δέρματος ή γαλαζωπό ή ιωδοκόκκινο, συχνά στο δέρμα του προσώπου, της κεφαλής, του αυχένα ή λιγότερο συχνά, στα πόδια ή στα χέρια, αν και μπορεί να εμφανιστεί οπουδήποτε. Η ονομασία του προέρχεται από το γεγονός ότι τα εν λόγω καρκινικά κύτταρα παράγονται από τα φυσιολογικά κύτταρα Merkel του δέρματος που σχετίζονται με την αίσθηση της αφής. Αυτά τα φυσιολογικά μη καρκινικά κύτταρα Merkel περιγράφηκαν το 1875 από το Γερμανό γιατρό Friedrich Sigmund Merkel (Ramahi κ.ά., 2013).

Η συχνότητα εμφάνισης του καρκινώματος των κυττάρων Merkel ποικίλλει στις διάφορες περιοχές του κόσμου, με τη βάση δεδομένων RARECARE να αναφέρει συχνότητα εμφάνισης της τάξης των 0,13 περιστατικών ανά 100.000 άτομα μεταξύ 1995 και 2002 στην Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, η συχνότητα εμφάνισης του καρκινώματος των κυττάρων Merkel τριπλασιάστηκε από το 1986 έως το 2001. Εμφανίζεται περίπου 40 φορές λιγότερο συχνά από το κακόηθες μελάνωμα που είναι επίσης σχετικά σπάνιο, αλλά πολύ πιο γνωστό. Οι άνδρες προσβάλλονται ελαφρώς συχνότερα από τις γυναίκες, συνήθως στις ηλικίες μεταξύ 60 και 80 ετών, και κυρίως στα άτομα ανοιχτόχρωμου δέρματος (Schadendorf κ.ά, 2017). Η μακροχρόνια έκθεση στον ήλιο και η εξασθενημένη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος που προκαλείται από την προχωρημένη ηλικία, τις ασθένειες ή τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκινώματος των κυττάρων Merkel. Η μακροχρόνια έκθεση στον ήλιο είναι καίριας σημασίας για περίπου 20% των περιστατικών. Ωστόσο, όσον αφορά τα υπόλοιπα, κύριος υπεύθυνος είναι ένας ιός στα κύτταρα Merkel που ονομάζεται ιός polyoma των κυττάρων Merkel. Αυτός ο ιός πιθανότατα υποβοηθάται από την έκθεση στον ήλιο, αν και στους περισσότερους ανθρώπους είναι παρών σε μη επιθετική μορφή που δεν προκαλεί προβλήματα (Ramahi κ.ά., 2013).

Τα καρκινώματα των κυττάρων Merkel μπορεί να είναι ιάσιμα όταν ανιχνεύονται και υποβάλλονται σε θεραπεία σε πρώιμο στάδιο με χειρουργική επέμβαση ή ακτινοθεραπεία, αλλά επειδή συνήθως είναι επιθετικά και εξελίσσονται ταχύτατα με μεγάλες πιθανότητες τοπικής και απομακρυσμένης υποτροπής, η έγκαιρη ανίχνευση και αφαίρεσή τους είναι εξαιρετικής σημασίας. Τα άτομα με καρκίνωμα κυττάρων Merkel μικρότερο από 2 εκατοστά που δεν έχει υποστεί μετάσταση σε επιχώριους λεμφαδένες, έχουν αναμενόμενο ποσοστό πενταετούς επιβίωσης της τάξης του 76%. Άτομα με καρκίνωμα κυττάρων Merkel που έχει υποστεί μετάσταση σε έναν μόνο λεμφαδένα, έχουν αναμενόμενο ποσοστό πενταετούς επιβίωσης της τάξης του 50%. Εάν το καρκίνωμα έχει υποστεί μετάσταση σε περισσότερους από έναν λεμφαδένες, το ποσοστό επιβίωσης είναι χαμηλότερο (Iyer J, κ.ά., 2014).

 

Τι προκαλεί το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel?

Ο ιός polyoma των κυττάρων Merkel είναι ένας ιός που απαντάται σε περίπου 80% των όγκων των κυττάρων Merkel. Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι, μέχρι την ηλικία των 20 ετών, έχουν εκτεθεί αβλαβώς σε ιούς polyoma. Σπανίως ωστόσο, όταν ο ιός μολύνει ένα κύτταρο, μπορεί να παράγει πρωτεΐνες ικανές να προκαλέσουν την ταχύτατη αύξηση του κυττάρου με τρόπο ανεξέλεγκτο, ως καρκίνος. Παρόλα αυτά, περίπου 20% των όγκων των κυττάρων Merkel δεν φέρουν αυτόν τον ιό, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο ιός δεν είναι πάντα απαραίτητος για την ανάπτυξη της νόσου. Είναι πιθανό ότι άπαξ και κάποιος φέρει τον ιό polyoma των κυττάρων Merkel, μπορεί να απαιτούνται άλλοι παράγοντες για την ανάπτυξη του καρκίνου, όπως η εξασθενημένη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος ή η έκθεση στον ήλιο. Πολλοί μπορεί να είναι φορείς του ιού polyoma των κυττάρων Merkel σε όλη τους τη ζωή, χωρίς ποτέ να αναπτύξουν καρκίνωμα των κυττάρων Merkel (Ramahi κ.ά., 2013).

Η εξασθενημένη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel συνδέονται στενά μεταξύ τους. Άτομα με χρονίως κατεσταλμένο ανοσοποιητικό σύστημα (όπως τα άτομα που έχουν προσβληθεί από τον HIV ή οι μεταμοσχευμένοι που πρέπει να παίρνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα) έχουν 15 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνωμα των κυττάρων Merkel σε σύγκριση με τα άτομα χωρίς εξασθενημένη λειτουργία του ανοσοποιητικού. Οι εν λόγω ασθενείς έχουν διπλάσια πιθανότητα να αποβιώσουν από καρκίνωμα των κυττάρων Merkel σε σύγκριση με τα άτομα με πλήρη δραστικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς το ανοσοποιητικό σύστημα όχι μόνο συμβάλλει στην πρόληψη της ανάπτυξης του καρκινώματος των κυττάρων Merkel αλλά επίσης παρεμποδίζει την εξάπλωση των καρκινικών του κυττάρων (Ramahi κ.ά., 2013).
Ισχυρή συσχέτιση υπάρχει επίσης μεταξύ του καρκινώματος των κυττάρων Merkel και της έκθεσης στον ήλιο. Ο όγκος συνδέεται στενά και με την παρουσία πλακώδους καρκινώματος και βασικοκυτταρικού καρκινώματος, τα οποία προκαλούνται ή προάγονται έντονα από την έκθεση στον ήλιο. Η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία και η απελευθέρωση ελευθέρων ριζών αποτελεί στην πραγματικότητα διπλή απειλή: Όχι μόνο προκαλεί βλάβη στο δέρμα και αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του δέρματος, αλλά καταστέλλει και το ανοσοποιητικό σύστημα, με αποτέλεσμα μείωση της ικανότητάς του να επιδιορθώνει τις βλάβες του δέρματος, καθώς επίσης να αναγνωρίζει και να καταπολεμά τους πρώιμους καρκίνους του δέρματος και άλλες νόσους (Ramahi κ.ά., 2013).

 

Παράγοντες κινδύνου και προειδοποιητικά σημεία του καρκινώματος των κυττάρων Merkel

Οι κύριοι παράγοντες κινδύνου του καρκινώματος των κυττάρων Merkel περιλαμβάνουν:

  • Έκθεση στον ιό polyoma των κυττάρων Merkel
  • Έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία που προέρχεται από τον ήλιο ή από συσκευές τεχνητού μαυρίσματος
  • Εξασθενημένη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, για παράδειγμα άτομα που υποβάλλονται σε ανοσοκατασταλτικές θεραπείες
  • Ανοιχτόχρωμο δέρμα
  • Ηλικία μεγαλύτερη των 50 ετών (Ramahi κ.ά., 2013)
Τα καρκινώματα των κυττάρων Merkel μπορεί κάλλιστα να είναι ιάσιμα όταν ανιχνεύονται και υποβάλλονται σε θεραπεία νωρίς, αλλά επειδή συνήθως είναι επιθετικά και αναπτύσσονται ταχύτατα, η έγκαιρη ανίχνευση και αφαίρεσή τους είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Οι όγκοι συνήθως εμφανίζονται αρχικά ως σκληρές, ανώδυνες αλλοιώσεις ή οζίδια, συχνά στο κεφάλι, τον αυχένα και λιγότερο συχνά στα πόδια και τα χέρια, αλλά μπορεί να προσβάλλουν οποιοδήποτε σημείο. Το χρώμα των καρκινωμάτων είναι κατά κανόνα ερυθρό, ρόδινο, μπλε, ιώδες ή παρόμοιο με αυτό του δέρματος και, συνήθως, κατά την ανίχνευσή τους έχουν διάμετρο μικρότερη των 2 εκατοστών (Ramahi κ.ά., 2013).

Προκειμένου ο καρκίνος του δέρματος να ανιχνεύεται σε πρώιμο στάδιο, είναι ουσιώδους σημασίας να αναζητούνται τυχόν νέες ή μεταβαλλόμενες κηλίδες στο δέρμα, ιδιαίτερα όταν οι μεταβολές πραγματοποιούνται σε μερικές μόνο εβδομάδες, αλλά και όταν κάθε νέα ανάπτυξη ή μεταβολή δεν φαίνεται ιδιαίτερα δραματική. Η ανάγκη αυτή για προσεκτικό έλεγχο του δέρματος ισχύει ιδιαίτερα για άτομα που είχαν ήδη καρκίνωμα των κυττάρων Merkel, βασικοκυτταρικό καρκίνωμα ή μελάνωμα. Επιδείξτε προσοχή σε κάθε σημείο που είχε προηγουμένως υποβληθεί σε θεραπεία και, εάν εντοπίσετε οτιδήποτε ύποπτο, δείξτε το αμέσως στο γιατρό σας.

Ορισμένοι γιατροί χρησιμοποιούν το ακρώνυμο “AEIOU” προκειμένου να συνοψίσουν τον συνδυασμό παραγόντων κινδύνου και προειδοποιητικών σημείων:
A: Asymptomatic [ασυμπτωματικό (έλλειψη ερεθισμού ή ευαισθησίας)]
E: Expanding rapidly (ταχεία εξάπλωση)
I: : Immune suppressed (ανοσοκαταστολή)
O: Older than 50 years (ηλικία άνω των 50 ετών)
U: Ultraviolet-exposed fair skin [έκθεση ανοιχτόχρωμου δέρματος σε υπεριώδη ακτινοβολία (Ramahi κ.ά., 2013)]

Σταδιοποίηση του καρκινώματος των κυττάρων Merkel  

Προκειμένου να προσδιοριστεί η σοβαρότητα και το επίπεδο της εξάπλωσης της νόσου, διεξάγονται συγκεκριμένες δοκιμές. Οι ασθενείς με καρκίνωμα των κυττάρων Merkel που δεν φαίνεται να έχει εξαπλωθεί (δεν υπάρχουν μεταστάσεις) μπορεί να υποβληθούν σε βιοψία του λεμφαδένα φρουρού προκειμένου να επιβεβαιωθεί ότι το καρκίνωμα δεν έχει δώσει μεταστάσεις στους τοπικούς λεμφαδένες. Η βιοψία είναι ελάχιστα επεμβατική, με χαμηλό κίνδυνο παρενεργειών και είναι πολύ σημαντική για τον προσδιορισμό της μακροχρόνιας πρόγνωσης, αφού μόλις τα καρκινικά κύτταρα προσεγγίσουν τους λεμφαδένες, μπορούν εύκολα να περάσουν στην κυκλοφορία του αίματος και να μετακινηθούν σε ολόκληρο το σώμα. Μπορεί επίσης να διενεργηθούν εξετάσεις ολόσωμης απεικόνισης όπως αξονική (CT) ή/και ποζιτρονική τομογραφία (PET) για αναζήτηση μεταστατικών όγκων. Οι ασθενείς με πιθανολογούμενη μετάσταση ενδέχεται να υποβληθούν σε δοκιμασία παρακέντησης με λεπτή βελόνη για επιβεβαίωση της παρουσίας κυττάρων καρκινώματος Merkel σε άλλα όργανα (Ramahi κ.ά., 2013).

Τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια της βιοψίας του λεμφαδένα φρουρού;
Για τη διεξαγωγή της βιοψίας του λεμφαδένα φρουρού, η ιατρική ομάδα ξεκινά με τον εντοπισμό των λεμφαδένων φρουρών, με χρήση μιας τεχνικής που ονομάζεται λεμφική χαρτογράφηση. Στη συνέχεια, εγχύουν έναν ραδιενεργό ιχνηθέτη ή/και μπλε χρωστική στη θέση του όγκου και ακολουθεί μεταφορά του ιχνηθέτη και της χρωστικής στην περιοχή του πρώτου αδένα λεμφικής παροχέτευσης. Ένα όργανο που εντοπίζει τον ιχνηθέτη χαρτογραφεί την πορεία από τον όγκο προς τους λεμφαδένες φρουρούς. Όλα τα καρκινικά κύτταρα που εξαπλώνονται από τον όγκο ακολουθούν γενικά την ίδια αυτή πορεία.

 Ακολουθεί αφαίρεση των λεμφαδένων φρουρών από τον χειρουργό και εξέταση των λεμφαδένων σε μικροσκόπιο από ειδικό παθολογοανατόμο, σε εργαστήριο παθολογοανατομίας, για αναζήτηση καρκινικών κυττάρων. Εάν η βιοψία αποκαλύψει καρκινικά κύτταρα, ο χειρουργός αφαιρεί όλους τους υπόλοιπους τοπικούς αδένες από την περιοχή και στις περισσότερες περιπτώσεις, χρησιμοποιεί επίσης ακτινοθεραπεία που συμβάλλει στην εξουδετέρωση των καρκινικών κυττάρων (Kermani κ.ά., 2016).

Ποια είναι τα οφέλη από τη βιοψία του λεμφαδένα φρουρού;
Εξακολουθεί να παραμένει αβέβαιο εάν η βιοψία των λεμφαδένων φρουρών, ακολουθούμενη από την αφαίρεση όλων των λεμφαδένων στην τοπική περιοχή σε περίπτωση που η βιοψία αποκαλύψει καρκίνο, παρατείνει την επιβίωση, αν και θεωρητικώς θα έπρεπε. Συνεπώς, οι γιατροί εξακολουθούν να συνιστούν συστηματικά την τεχνική επειδή τα καρκινικά κύτταρα διηθούν τους λεμφαδένες σε περίπου ένα στα τρία άτομα με καρκίνωμα των κυττάρων Merkel και συχνά δεν είναι ανιχνεύσιμα μόνο με την κλινική εξέταση (Ramahi κ.ά., 2013). Ένα επιπλέον όφελος της βιοψίας λεμφαδένα φρουρού μπορεί να είναι η αποφυγή της συστηματικής χειρουργικής αφαίρεσης των λεμφαδένων, η οποία ενέχει τον μεταγενέστερο κίνδυνο λοίμωξης και οιδήματος των χεριών και των ποδιών.

 

Στάδια του καρκινώματος των κυττάρων Merkel
Μόλις η βιοψία του αρχικού όγκου, η βιοψία του λεμφαδένα φρουρού και όλες οι δοκιμασίες που διεξάχθηκαν (συμπεριλαμβανομένων των απεικονιστικών και αιματολογικών εξετάσεων) ολοκληρωθούν, ο γιατρός θα προσδιορίσει το στάδιο της νόσου. Το στάδιο περιγράφει πόσο έχει προχωρήσει και εξαπλωθεί ο καρκίνος.
Η επιλογή των θεραπειών εξαρτάται άμεσα από το στάδιο που έχει φτάσει ο καρκίνος. Δεν υπάρχει γενικά αποδεκτό σύστημα σταδιοποίησης για το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel, αλλά το σύστημα που χρησιμοποιείται συχνότερα είναι το σύστημα ΤΝΜ της Αμερικανικής Μεικτής Επιτροπής Καρκίνου (Edge κ.ά., 2010), όπου το T αντιπροσωπεύει το μέγεθος του πρωτοπαθούς (αρχικού) όγκου και το βάθος της διήθησης στις στιβάδες του δέρματος, το Ν υποδεικνύει την εξάπλωση στους τοπικούς λεμφαδένες (και την έκταση τη λεμφαδενικής συμμετοχής) και το Μ υποδεικνύει απομακρυσμένες μεταστάσεις (εξάπλωση σε απομακρυσμένα όργανα πέραν από τους τοπικούς λεμφαδένες).

 

Το σύστημα της Αμερικανικής Μεικτής Επιτροπής Καρκίνου περιλαμβάνει πέντε στάδια:

Στάδιο 0:: In situ όγκοι (επιφανειακοί όγκοι που δεν έχουν διεισδύσει κάτω από την επιδερμίδα, την εξώτατη στιβάδα του δέρματος).
Στάδια I και II:: Όγκοι για τους οποίους δεν είναι γνωστό εάν έχουν προχωρήσει στους τοπικούς λεμφαδένες, με το στάδιο Ι να περιλαμβάνει σχετικά μικρότερους, χαμηλότερου κινδύνου όγκους και το στάδιο ΙΙ να περιλαμβάνει μεγαλύτερους ή/και υψηλότερου κινδύνου όγκους.
Στάδιο ΙΙΙ:: Όγκοι για τους οποίους είναι γνωστό ότι έχουν διηθήσει τους τοπικούς λεμφαδένες, αλλά δεν τους έχουν υπερβεί.
Στάδιο ΙV::Απομακρυσμένες μεταστάσεις, όγκοι των οποίων τα καρκινικά κύτταρα έχουν εξαπλωθεί σε απομακρυσμένα όργανα, πέραν από τους τοπικούς λεμφαδένες.

Καθένα από τα στάδια αυτά αναλύεται στη συνέχεια με μεγαλύτερη ακρίβεια, από τον χαμηλότερο προς τον υψηλότερο κίνδυνο, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του πρωτοπαθούς όγκου, τις αδενικές μεταστάσεις ή/και τις απομακρυσμένες μεταστάσεις. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στο Εγχειρίδιο Σταδιοποίησης της Αμερικανικής Μεικτής Επιτροπής Καρκίνου.

 

Θεραπείες του καρκινώματος των κυττάρων Merkel

Η θεραπεία του καρκινώματος των κυττάρων Merkel βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο στάδιο της νόσου, καθώς και στη συνολική υγεία και ευεξία του ασθενούς. Μέχρι σήμερα, οι βασικές θεραπείες του καρκινώματος των κυττάρων Merkel είναι η χειρουργική εκτομή, η ακτινοβολία και η χημειοθεραπεία (Schadendorf κ.ά., 2017).
Η πλήρης χειρουργική εκτομή του πρωτοπαθούς (αρχικού) όγκου συνιστάται όταν η διάγνωση του καρκινώματος των κυττάρων Merkel γίνεται σε τοπικό στάδιο (στάδια Ι έως ΙΙ), ακολουθούμενη από επαλήθευση. Μετά τη χειρουργική εκτομή, εάν ο κίνδυνος υποτροπής ή εξάπλωσης στους τοπικούς λεμφαδένες είναι υψηλός (λόγω παραγόντων, όπως ο μεγάλος πρωτοπαθής όγκος, η ατελής εκτομή ή όταν πρόκειται για ανοσοκατεσταλμένο άτομο), ο γιατρός συνήθως συνιστά τη θεραπεία της αλλοίωσης με μια σειρά ακτινοβολιών, μετά την αφαίρεση των τοπικών λεμφαδένων. Ορισμένοι γιατροί συνιστούν σειρά ακτινοβολιών σε όλα τα άτομα με καρκίνωμα των κυττάρων Merkel. Η ακτινοθεραπεία μπορεί να εξουδετερώσει όλα τα καρκινικά κύτταρα που δεν είναι ανιχνεύσιμα με κλινική εξέταση και μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη της υποτροπής ή της εξάπλωσης του καρκίνου στους τοπικούς λεμφαδένες ή πέραν από αυτούς. Το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel ανταποκρίνεται ιδιαιτέρως σε αυτήν την επικουρική ακτινοβολία (Schadendorf κ.ά., 2017).
Εάν ο καρκίνος έχει διηθήσει κάποιον λεμφαδένα (στάδιο ΙΙΙ), οι γιατροί συνήθως προχωρούν σε εκτομή και ακτινοβόληση όλων των λεμφαδένων στην περιοχή, επιπρόσθετα στην αφαίρεση του πρωτοπαθούς (αρχικού) όγκου. Με αυτόν τον τρόπο μειώνουν τον κίνδυνο υποτροπής και πιθανόν προλαμβάνουν απομακρυσμένες μεταστάσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ασθενείς με καρκίνωμα των κυττάρων Merkel, χωρίς εμφανή νόσο των λεμφαδένων, μπορεί να υποβληθούν σε μια διαδικασία που ονομάζεται βιοψία λεμφαδένα φρουρού, προκειμένου να προσδιοριστεί και να επαληθευτεί εάν τα καρκινικά κύτταρα έχουν διηθήσει την περιοχή των τοπικών λεμφαδένων. Έως τον χρόνο της διάγνωσης, τα καρκινώματα των κυττάρων Merkel συχνά μπορεί να έχουν εξαπλωθεί στους παρακείμενους λεμφαδένες ή πέραν από αυτούς, ανεξάρτητα από το αν οι λεμφαδένες είναι διογκωμένοι ή ανιχνεύσιμοι κατά την κλινική εξέταση (Schadendorf κ.ά., 2017). Οι γιατροί μπορεί επιπλέον να συστήσουν χημειοθεραπεία για τα άτομα με καρκίνωμα των κυττάρων Merkel, ιδιαίτερα εάν ο καρκίνος τους έχει εξαπλωθεί σε απομακρυσμένες θέσεις, όπως οι πνεύμονες ή το ήπαρ. Για το προχωρημένο καρκίνωμα των κυττάρων Merkel έχει χρησιμοποιηθεί πληθώρα χημειοθεραπευτικών σχημάτων, με ποικίλη (αλλά συχνά περιορισμένη) επιτυχία, και δυστυχώς σημαντικές παρενέργειες. Καμία ελεγχόμενη κλινική μελέτη δεν καταδεικνύει ότι κάποιο χημειοθεραπευτικό σχήμα παρατείνει την επιβίωση, αν και ορισμένα συχνά οδηγούν σε μικρής διάρκειας συρρίκνωση του όγκου. Οι γιατροί μπορεί να μην χρησιμοποιούν πάντα χημειοθεραπευτικά σχήματα για αύξηση της επιβίωσης, ωστόσο μπορεί να τα χρησιμοποιούν για βελτίωση της ποιότητας ζωής απαλύνοντας τον πόνο ή βελτιώνοντας την άνεση και την κινητικότητα (Schadendorf κ.ά., 2017).

 

Η πιο πρόσφατη κλινική έρευνα στο πεδίο αυτό επικεντρώθηκε στην ενίσχυση της ικανότητας του ανοσοποιητικού συστήματος να επιτίθεται στα καρκινικά κύτταρα Merkel. Ιδιαίτερα ελπιδοφόρες υπήρξαν οι πρώτες μελέτες για τις ανοσοθεραπείες με “αναστολείς των σημείων ελέγχου”, οι οποίες παρεμποδίζουν συγκεκριμένους μοριακούς υποδοχείς που κανονικά αναστέλλουν την ενεργοποίηση των λευκών αιμοσφαιρίων, παρεμποδίζοντας δυνητικώς επικίνδυνες φλεγμονώδεις και αυτοάνοσες αντιδράσεις. Αυτή η παρεμπόδιση μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί από τα καρκινικά κύτταρα για αποφυγή της ανοσολογικής επίθεσης. Η παρεμπόδιση των εν λόγω υποδοχέων, που δρουν ως τα “φρένα” του ανοσοποιητικού συστήματος, μπορεί να επάγει την ενεργοποίηση των λευκών αιμοσφαιρίων του σώματος για την καταπολέμηση του όγκου.
Σε μια τέτοια, εξ αρχής πολλά υποσχόμενη, κατηγορία θεραπειών, ανήκουν όσες παρεμποδίζουν έναν ανασταλτικό του ανοσοποιητικού συστήματος υποδοχέα που ονομάζεται υποδοχέας 1 προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου (PD-1), παρέχοντας έτσι τη δυνατότητα ενεργοποίησης των λευκών αιμοσφαιρίων, για να επιτεθούν στα καρκινικά κύτταρα. Μια άλλη θεραπεία αναστολής σημείων ελέγχου που δοκιμάζεται σε άτομα με καρκίνωμα κυττάρων Merkel παρεμποδίζει τον συνδέτη του υποδοχέα 1 προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου (PD-L1), ένα μόριο που προσδένεται στο PD-1 στα καρκινικά κύτταρα, σχηματίζοντας ένα σύμπλοκο το οποίο αναστέλλει την ενεργοποίηση των λευκών αιμοσφαιρίων και καταστέλλει το ανοσοποιητικό σύστημα. Παρεμποδίζοντας το PD-1 ή το PD-L1, οι θεραπείες αυτές παρέχουν τη δυνατότητα ενεργοποίησης των λευκών αιμοσφαιρίων, έτσι ώστε να επιτεθούν στα καρκινικά κύτταρα. Η εν λόγω κατηγορία θεραπειών υπήρξε εξ αρχής πολλά υποσχόμενη σε ορισμένα άτομα με προχωρημένο καρκίνωμα των κυττάρων Merkel (Schadendorf κ.ά., 2017).

Μπορείτε να ρωτήσετε τον γιατρό σας για αυτές ή άλλες κλινικές δοκιμές που επί του παρόντος εντάσσουν ασθενείς με καρκίνωμα κυττάρων Merkel με σκοπό τη δοκιμή νέων θεραπειών.

Παρακολούθηση
Εάν έχετε υποβληθεί σε θεραπεία για καρκίνωμα των κυττάρων Merkel, εσείς και ο γιατρός σας θα πρέπει να ελέγχετε ενδελεχώς το δέρμα σας για το υπόλοιπο της ζωής σας. Η συνιστώμενη παρακολούθηση μετά τη θεραπεία είναι κάθε τρεις έως τέσσερις μήνες για τα πρώτα τρία έτη και, στη συνέχεια, κάθε έξι μήνες για έως και πέντε έτη. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν από τον γιατρό σας απεικονιστικές εξετάσεις, όπως η αξονική ή η ποζιτρονική τομογραφία ή οι υπέρηχοι, μαζί με εξέταση του δέρματος.

Διαγνωστικές και θεραπευτικές προκλήσεις
Η διάγνωση και η αντιμετώπιση του καρκινώματος των κυττάρων Merkel παρουσιάζει προκλήσεις. Αρχικά, τόσο οι ασθενείς όσο και οι γιατροί μπορεί λανθασμένα να θεωρήσουν τους όγκους αυτούς ως καλοήθεις αλλοιώσεις. Η συχνότερη εσφαλμένη διάγνωση είναι ότι πρόκειται για κύστη ή θυλακίτιδα (διόγκωση λόγω φλεγμονής των θυλάκων της τρίχας). Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel είναι πολύ σπανιότερο από καλοήθεις αλλοιώσεις, όπως οι φλεγμαίνοντες θύλακοι των τριχών.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel μπορεί να εμφανιστεί σε θέσεις που διαφεύγουν της ανίχνευσης, καθυστερώντας τη διάγνωση, με περίπου 5% των καρκινωμάτων των κυττάρων Merkel να εμφανίζεται στο στόμα, τη ρινική κοιλότητα και τον λάρυγγα, όπου είναι σαφώς δύσκολο να ανιχνευτούν πριν η νόσος προχωρήσει.
Επειδή το καρκίνωμα των κυττάρων Merkel είναι ένας επιθετικός καρκίνος, οι καθυστερήσεις στη διάγνωση οδηγούν εύκολα σε όψιμη διάγνωση και θεραπεία, με αποτέλεσμα οι υποτροπές να είναι συχνές και η επιτυχής θεραπεία να είναι δυσκολότερο να επιτευχθεί.

Οδηγίες για την πρόληψη του καρκινώματος των κυττάρων Merkel
Η εξασθενημένη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος έχει μείζονα συμβολή στην ανάπτυξη και εξέλιξη του καρκινώματος των κυττάρων Merkel, κι έτσι, όπως συμβαίνει πάντοτε, είναι σημαντική η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής που θα συμβάλει στη διατήρηση ενός αποδοτικού ανοσοποιητικού συστήματος. Και επειδή η έκθεση στον ήλιο θεωρείται ότι έχει μέγιστη συμβολή στην ανάπτυξη της νόσου, είναι σημαντικό να προλαμβάνεται η υπερέκθεση στον ήλιο. Αυτό έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία εάν είχατε ήδη ένα καρκίνωμα των κυττάρων Merkel ή εάν κάποιο μέλος της οικογένειάς σας είχε τη νόσο ή οποιονδήποτε άλλο καρκίνο του δέρματος.

Για να προστατευθτίτε, εντάξτε τις παρακάτω συνήθειες στην καθημερινή σας ρουτίνα για τη φροντίδα της υγείας σας:

  • Αναζητήστε σκιερά μέρη, ειδικά μεταξύ 10:00 και 16:00 την άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο.
  • Αποφύγετε τα ηλιακά εγκαύματα.
  • Αποφύγετε το μαύρισμα και μην χρησιμοποιείτε ποτέ συσκευές τεχνητού μαυρίσματος.
  • Καλυφθείτε με ρούχα, καθώς επίσης με πλατύγυρο καπέλο και γυαλιά ηλίου που αποκλείουν την υπεριώδη ακτινοβολία.
  • Χρησιμοποιείτε αντηλιακό υψηλού δείκτη αντηλιακής προστασίας (SPF) ευρέως φάσματος (UVA/UVB), καθημερινά, στο σύνολο του εκτιθέμενου δέρματος την άνοιξη, το καλοκαίρι ή το φθινόπωρο και εφαρμόζετε το αντηλιακό εκ νέου, κάθε δύο ώρες, όταν βρίσκεστε σε εξωτερικούς χώρους.
  • Κρατήστε τα νεογέννητα παιδιά μακριά από τον ήλιο για το μακροπρόθεσμο όφελός τους. Σε βρέφη άνω των έξι μηνών θα πρέπει να χρησιμοποιείται αντηλιακό. Βρέφη μικρότερης ηλικίας θα πρέπει να μένουν γενικά μακριά από τον ήλιο.
  • Εξετάζετε το δέρμα σας παντού κάθε μήνα.
  • Να επισκέπτεστε τον γιατρό σας κάθε χρόνο για επαγγελματική εξέταση του δέρματός σας.
  • Για τα άτομα που είχαν ήδη καρκίνωμα των κυττάρων Merkel, η συνιστώμενη συχνότητα παρακολούθησης μετά τη θεραπεία είναι κάθε τρεις ή τέσσερις μήνες για τα πρώτα τρία έτη και στη συνέχεια, κάθε έξι μήνες για έως και πέντε έτη.

Βιβλιογραφία

Edge, S.B. & Compton, C.C. The American Joint Committee on Cancer: the 7th Edition of the AJCC Cancer Staging Manual and the Future of TNM. 2010. Ann Surg Oncol 17: 1471.

Iyer J, Storer B, Paulson K, et al. Relationships between primary tumour size, number of involved nodes and survival among 8,044 cases of Merkel cell carcinoma. Journal of the American Academy of Dermatology. 2014;70(4):637-643.

Kermani AT, Rezaei E, Zarifmahmoudi L, Sadeghi R. Lymphatic mapping and sentinel node biopsy in a patient with upper limb Merkel Cell Carcinoma: a case report and brief review of literature. 2016. Nuclear Med Rev 2016; 19, 1: 42–45

Ramahi E, Choi J, Fuller CD, Eng TY. Merkel Cell Carcinoma. American journal of clinical oncology. 2013;36(3):299-309.

Schadendorf, Dirk et al. Merkel cell carcinoma: Epidemiology, prognosis, therapy and unmet medical needs. European Journal of Cancer, 2017. Volume 71, 53 – 69

Συγγραφείς

John Hawk, St John’s Institute of Dermatology, London, United Kingdom

Paolo A. Ascierto, Istituto Nazionale Tumori Fondazione, Naples, Italy

Enrique Grande Pulido, Hospital Universitario Ramon y Cajal, Madrid, Spain

Lydia Makaroff, European Cancer Patient Coalition, Brussels, Belgium

Προσαρμογή από στοιχεία που αρχικά παράχθηκαν από το Ίδρυμα για τον Καρκίνο του Δέρματος.

 

Με την υποστήριξη του: Pfizer.